Πωμός

Ο Πωμός συναντάται περίπου 55 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Πάφου στην ομώνυμη επαρχία της Κύπρου, και απέχει περίπου 110 χιλιόμετρα από την πόλη της Λευκωσίας (μέσω του οδοφράγματος), και 120 χιλιόμετρα βορειοδυτικά από τη Λεμεσό.

Μετά από μια διαδρομή με απότομες βουνοπλαγιές που βυθίζονται σε παραλίες, εκεί που βρίσκεται σχεδόν στο τέρμα της ελληνικής πλευράς, ο Πωμός, συνορεύει με το δάσος Πάφου και καταλαμβάνει ένα μεγάλο τμήμα της παράκτιας περιφέρειας της Τηλλυρίας, ξεχωρίζοντας για την άγρια ομορφιά του. Χτισμένος σε μέσο υψόμετρο περίπου 10 μέτρων, πλάι στη θάλασσα, νοτιοανατολικά του χωριού υψώνεται η κορυφή Χίλλ Τοπ με υψόμετρο περίπου 600 μέτρων (2,5 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά), και ο Λωρόβουνος, στα 670 μέτρα και σε απόσταση περίπου 5 χιλιομέτρων μακριά από το χωριό. Στην ευρύτερη περιοχή παρατηρεί κανείς πολλές ακαλλιέργητες εκτάσεις με πεύκα και άγριους θάμνους, αν και το νεό αρδευτικό έργο Χρυσοχούς, μαζί με το λιθόρριπτο φράγμα πάνω από τον ποταμό Λειβάδι  (3 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά) ευδοκίμησε την καλλιέργεια εσπεριδοειδών, μπανανιών, αμυγδαλιών, αβοκάντο, καρυδιών, ελιών, καθώς επίσης οι ντόπιοι κατάφεραν να φυτέψουν λίγα λαχανικά, και φιστίκια.

Η καρδιά του Πωμού «χτυπά» στο μικρό λιμάνι με τις ψαρόβαρκες, το ξακουστό ακρωτήρι του Πωμού ή άκρον Πωμού, περίπου 2 χιλιόμετρα βόρεια της κοινότητας, από το οποίο φαίνεται να οφείλει και την ονομασία του, και συνέβαλε στην ανάπτυξη της αλιείας στην περιοχή. Σύμφωνα με την παράδοση, όμως, τ’ όνομά του ο οικισμός πιθανόν και να το πήρε από την παράφραση της λέξης «βωμός», αφού κατά το παρελθόν στην περιοχή υπήρχε τέμενος προς τιμήν της θεάς Αφροδίτης.

Σύμβολο της σύγχρονης κοινότητας του Πωμού αποτελεί ένα προϊστορικό γλυπτό του 3.000 π.Χ. (Χαλκολιθική εποχή), φτιαγμένο από πικρόλιθο, που βρέθηκε παλιότερα στην περιοχή, και σήμερα εκτίθεται στην Λευκωσία, ενώ  απαντάται και στα κυπριακά νομίσματα του ενός και των δύο ευρώ.  Το γλυπτό παριστάνει έναν ή δύο ανθρώπους (χωρίς φύλο) με τα χέρια ανοιχτά σε σχήμα σταυρού, αντικείμενο που χρησίμευε κατά την αρχαιότητα σαν φυλαχτό για τη γονιμότητα ή την καλή γέννα, και το κρεμούσαν στο λαιμό.

Λέγεται οτι γύρω από τον Πωμό, υπήρξαν αρχαίοι οικισμοί, όπως η Καλλίνουσα που από πολλούς μελετητές ταυτίζεται με τη κυπριακή πόλη της Αλεξάνδρειας, οι οποίοι όμως δεν αναπτύχθηκαν πολύ κι έτσι ξεχάστηκαν από την ιστορία. Σήμερα στο χωριό υπάρχει αρχαιολογικός χώρος, που χρονολογείται πίσω στα προϊστορικά χρόνια, αλλά δεν είναι ακόμη οργανωμένος. Από το γραφικό αυτό ψαροχώρι φαίνεται να πέρασε και η Αγία Ελένη τον 4ο αιώνα μ.Χ., κάτι που επιβεβαιώνεται κι από ομώνυμο οικισμό που υπήρχε στην περιοχή κατά το παρελθόν. Μια άλλη παράδοση επίσης αναφέρει οτι εκεί υπήρχε και μια σπηλιά, όπου ζούσε ένας δράκος, προστατεύοντας τον οικισμό από τις λεηλασίες των πειρατών.

Συνδυάζοντας βουνό και θάλασσα, εξαιτίας του ότι η ακτογραμμή της περιοχής είναι κάπως ιδιόμορφη, ξεχωρίζει για καλοκαιρινές βουτιές η παραλία Κανάλι Πωμού, που βρίσκεται δίπλα από το αλιευτικό καταφύγιο της κοινότητας. Από τον Πωμό, ο επισκέπτης μπορεί να φτάσει εύκολα μέχρι και τον δασικό σταθμό του Σταυρού της Ψώκας, καθώς και να επισκεφτεί τον εκδρομικό χώρο Λειβάδι ή να περπατήσει κατά μήκος της κοιλάδας της περιοχής.

Εκτός από το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Πωμού, στην κοινότητα υπάρχουν συνολικά οκτώ εκκλησίες, η παλιά Μονή Παναγίας Χρυσοπατερίτισσας με τον ομώνυμο ναό, που προστατεύεται από το Τμήμα Αρχαιοτήτων, ο κεντρικός ναός του  Αγίου Ευψυχίου, και οι εκκλησίες της Αγίας Θέκλας, του Προφήτη Ηλία, της Αγίας Αικατερίνης, του Αγίου Γεωργίου, της Παναγίας της Χρυσελεούσας και της Παναγίας Γαλαταρκάς.  Κάθε Αύγουστο, ο Πωμός γίνεται το επίκεντρο δύο μεγάλων μουσικών συναντήσεων, με το φεστιβάλ Reggae Sunjam και το Paradise Jazz Festival.

Η διαδρομή από την Πόλη Χρυσοχούς, ή το γειτονικό χωριό Νέα Δήμματα Πάφου μέχρι και το ακρωτήρι του Πωμού ακολουθεί μια πορεία με απότομες καταπράσινες πλαγιές και δαντελωτά ακρογιάλια με κρυφούς ορμίσκους, αποτελώντας ίσως ένα από τα πιο αγαπημένα παραθαλάσσια road trip της Κύπρου.

Όντας ένα από τα χωριά της Μεγαλονήσου που παραμένει μέχρι και στις μέρες μας ανεξερεύνητο και μάλλον ένας από τους πιο ήσυχους προορισμούς του νησιού, που σιγά-σιγά αποκτά περισσότερη τουριστική κίνηση, αφού η περιοχή πλέον μετρά αρκετά εστιατόρια, ξενοδοχεία, και ένα διάσημο σαντουιτσάδικο με καταπληκτική θέα. Τέλος, ο δήμος αδελφοποιήθηκε με τα Σφακιά της Κρήτης.