Αγία Βαρβάρα Πάφου
Η Αγία Βαρβάρα Πάφου είναι χωριό της Κύπρου που απέχει 12 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της ομώνυμης πόλης, 58 χιλιόμετρα δυτικά της Λεμεσού και της Λευκωσίας.
Ένας οικισμός χτισμένος σε υψόμετρο 90 μέτρων στην παράκτια πεδιάδα της Πάφου και σε ύψωμα στα δεξιά της όχθης του Έζουσας ποταμού, η Αγία Βαρβάρα Πάφου με τους 150 περίπου κατοίκους, συνορεύει με την Αγία Μαρινούδα και την Αναρίτα και είναι περιοχή με σιτηρά, νομευτικά φυτά, φυστίκια και λίγα αμπέλια.
Ο άλλοτε μεικτός οικισμός στον οποίο κατοικούσαν Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι και ασχολούνταν ως επί το πλείστον με την κτηνοτροφία, αποτελείται από σπίτια χτισμένα με πέτρες («κροκάλες» για τους ντόπιους) από την κοίτη του ποταμού και πελεκητές ασβεστόπετρες από τους γειτονικούς ασβεστολιθικούς λόφους. Πάντως, δε λείπουν και οι πιο σύγχρονες και πολυτελείς κατοικίες, οι οποίες πωλούνται ή νοικιάζονται κυρίως στους αλλοδαπούς που θέλουν να ζήσουν την ηρεμία και τον καθαρό αέρα της φύσης, βρισκόμενοι ταυτόχρονα πολύ κοντά στην πρωτεύουσα της επαρχίας.
Μέχρι το 19ο αιώνα, η ακίνητη περιουσία του χωριού ήταν υπό τον έλεγχο των Τούρκων, στους οποίους έρχονταν και δούλευαν οι Έλληνες κάτοικοι της Επισκοπής Πάφου, ως γεωργοί ή κτηνοτρόφοι. Μάλιστα, σύμφωνα με τους ντόπιους, όταν οι Έλληνες παντρεύονταν και ξεκινούσαν τη δική τους οικογένεια, οι πλούσιοι Τούρκοι τους βοηθούσαν χαρίζοντας στους νεόνυμφους από 5-6 πρόβατα. Η καλή σχέση Τούρκων και Ελλήνων επιβεβαιώνεται και από άλλες πηγές που υποστηρίζουν ότι οι πρώτοι, ήταν απόγονοι εξισλαμισθέντων Ελλήνων, εξ ου και επέτρεψαν στους χριστιανούς να χτίσουν το 1872 και επί Τουρκοκρατίας, την πρώτη χριστιανική εκκλησία, αφιερωμένη στην Αγία Βαρβάρα. Από εκεί, άλλωστε προέκυψε και η ονομασία του χωριού.
Την περίοδο των διακοινοτικών ταραχών του 1963-64, οι Ελληνοκύπριοι κάτοικοι εγκατέλειψαν το χωριό, καθώς οι Τουρκοκύπριοι είχαν εφοδιαστεί με οπλισμό, ενώ το 1975 και μετά την τουρκική εισβολή του Αττίλα και την ανταλλαγή πληθυσμών, από την περιοχή αποχώρησαν και οι τελευταίοι Τουρκοκύπριοι, μετακινούμενοι στις κατεχόμενες βόρειες περιοχές του νησιού και στη θέση τους έφτασαν Ελληνοκύπριοι πρόσφυγες από τα κατεχόμενα.
Η πλούσια και μεγάλη ιστορία της Αγίας Βαρβάρας Πάφου αν και δεν έχει επιβεβαιωθεί, γίνεται εμφανής από τα πλούσια κτερίσματα και θραύσματα αγγείων που έχουν βρεθεί διάσπαρτα στον οικισμό. Γι’αυτό και δεν είναι λίγες οι φορές που αρχαιοκάπηλοι σκάβουν την επιφάνεια του εδάφους στα βόρεια και ανατολικά της κοινότητας. Σύμφωνα με ειδικούς, η κοινότητα ήταν πόλη της κυπροαρχαϊκής περιόδου (750-457 π.Χ.) και γύρω της υπήρχαν αρκετοί μικρότεροι οικισμοί.
Οι δύο εκκλησίες στο χωριό είναι αφιερωμένες στην Αγία Βαρβάρα. Η πρώτη, όπως προαναφέρθηκε, οικοδομήθηκε με την άδεια των Τούρκων επί Τουρκοκρατίας το 1872. Πριν το 1974 η φωτιά που ξέσπασε, έκαψε την στέγη του ναού που ήταν κατασκευασμένη από καλάμια. Μάλιστα, σύμφωνα με τους ντόπιους, όταν Τουρκοκύπριος γείτονας άκουσε το κάψιμο των καλαμιών και είδε την εκκλησία να φλέγεται, βρέθηκε στο δίλημμα να ειδοποιήσει για βοήθεια, καθώς φοβόταν μήπως κατηγορηθούν οι Τουρκοκύπριοι. Τελικά αποφάσισε να ειδοποιήσει τους συγχωριανούς του να τη σβήσουν, αλλά μέχρι να φτάσουν στο σημείο, η φωτιά έσβησε από μόνη της. Η δεύτερη εκκλησία είναι σαφώς πιο σύγχρονο οικοδόμημα με μεγαλύτερες διαστάσεις, ώστε να εξυπηρετεί τις θρησκευτικές ανάγκες των ντόπιων.
Άλλα σημεία ενδιαφέροντος είναι ένας παλιός νερόμυλος, μια παλιά πετρόχτιστη βρύση, το όμορφο κοινοτικό πάρκο, καθώς και το τέμενος χωρίς μιναρέ από την εποχή της Τουρκοκυπριακής κατοίκησης της Αγίας Βαρβάρας Πάφου που σώζεται σε καλή κατάσταση.
Παράλληλα με τον Έζουσα ποταμό, έχει κατασκευαστεί ένα ανοιχτό κανάλι που μεταφέρει νερό και θεωρείται μέρος του μεγάλου αρδευτικού σχεδίου της Πάφου που έδωσε ζωή και καλλιέργειες στην ευρύτερη περιοχή. Το κανάλι αυτό, όταν δεν είναι πλημμυρισμένο το χειμώνα, δημιουργεί ένα εντυπωσιακό θέαμα, προσφέροντας πανοραμική οπτική από τη γέφυρα που διασχίζουν οι περαστικοί με το αυτοκίνητό τους.