Τσακίστρα

Η Τσακίστρα είναι χωριό της επαρχίας Λευκωσίας στην Κύπρο και απέχει 92 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά από την ομώνυμη πόλη, 76 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Λεμεσού, 137 χιλιόμετρα δυτικά της Λάρνακας και 72 χιλιόμετρα βορειοανατολικά  της Πάφου.

Χτισμένη σε υψόμετρο 800 μέτρων στο πάνω μέρος της κοιλάδας του ποταμού του Κάμπου και με το δάσος Πάφου να καταλαμβάνει μεγάλο μέρος της, η Τσακίστρα υπάγεται στη γεωγραφική περιφέρεια της Μαραθάσας και βρίσκεται κοντά στα διοικητικά σύνορα της επαρχίας Πάφου με αυτήν της Λευκωσίας. Το βουνίσιο ανάγλυφο με τις βαθιές κοιλάδες, τις απότομες πλαγιές και τις ψηλές βουvοκορφές, δεν αφήνει πολλά περιθώρια για καλλιέργειες. Λίγα αμπέλια οινοποιήσιμων ποικιλιών, οπωροφόρα, με κυρίαρχα τα πετροκέρασα και τις μηλιές και λιγότερο τις αχλαδιές, ροδακιvιές, δαμασκηvιές και τα ακτιvίδια, είναι αυτά που έδωσαν εισόδημα και απασχόληση στους κατοίκους του πανέμορφου αυτού ορεινού χωριού που μετρά περίπου 100 εναπομείναντες. Βασική απασχόληση κατά το παρελθόν αποτελούσε η υλοτομία και η επεξεργασίας ξυλείας με πολλά εργαστήρια στην περιοχή, που στη συνέχεια μετέφεραν την κατεργασμένη ξυλεία σε όλες τις επαρχίες του νησιού. Ο όμορφος οικισμός χαρακτηρίζεται από γραφικά στενά, σπίτια με κεραμιδένιες στέγες και ανθισμένους κήπους και καθίσταται η ιδανική απόδραση για να απολαύσει κανείς τον καθαρό αέρα, τη μοναδική φύση της περιοχής όπου ζει και το αγρινό, σε συνδυασμό με καλό φαγητό στις ταβέρνες του χωριού ή έναν απολαυστικό καφέ στο καφενείο του.

Για την προέλευση του ονόματός του υπάρχουν διάφορες εκδοχές, με επικρατέστερη να αναφέρει ότι, καθώς η περιοχή ήταν το μετόχι της Μονής Κύκκου, υπήρχε κάποιος χώρος όπου τσάκιζαv δηλαδή έσπαγαν ελιές, αμύγδαλα, ξηρούς καρπούς, ή άλλα προϊόντα. Άλλη εκδοχή λέει ότι εδώ τσάκιζαν τις «κούζες», όταν πήγαιναν  να τις γεμίσουν με νερό στη μοναδική βρύση του χωριού, και μια τρίτη εκδοχή μιλάει για την Τσακίστρα, μια δύσβατη περιοχή για τους πεζοπόρους. Τέλος, έτερη εκδοχή κάνει λόγο στο μονοπάτι Κάμπου-Κύκκου που όταν έφτανε έξω από το χωριό, είχε ένα τσάκισμα, μια διακλάδωση που οδηγούσε στον Κύκκο και η άλλη στον οικισμό.

Ιστορικά, η κοινότητα υφίσταται σίγουρα από την τουρκοκρατία, αν και δείγματα οικισμών βρέθηκαν από την αρχαιότητα. Κατά τη βυζαντινή περίοδο η ευρύτερη περιοχή, ήταν πεδίο μεταλλευτικής δραστηριότητας με εξόρυξη χαλκού, σιδήρου και θείου, ενώ  κατά την περίοδο των αραβικών επιδρομών από τον 7ο αιώνα και έπειτα, η περιοχή αποτέλεσε καταφύγιο των κατοίκων των Σόλων. Ο οικισμός φαίνεται να δημιουργείται με την άφιξη Ελλήνων από την Αρκαδία και την Κωνσταντινούπολη τον 15ο αιώνα, ενώ επί Τουρκοκρατίας η Τσακίστρα καταλήφθηκε από τους σπαχήδες της φρουράς Λευκωσίας, οι οποίοι, φεύγοντας, πούλησαν τα κτήματα του χωριού στη Μονή Κύκκου, κάνοντάς την σε μετόχι της. Σταδιακά, οι εργαζόμενοι στο μετόχι και τα χωράφια, ίδρυσαν τον οικισμό κι απέκτησαν δικές τους περιουσίες. Στην πιο πρόσφατη ιστορία του χωριού, μετά την τουρκική εισβολή του 1974, στην Τσακίστρα έφτασαν Ελληνοκύπριοι εκτοπισμένοι, κυρίως από την κατεχόμενη πεδιάδα της Μόρφου.

Η κύρια εκκλησία είναι αφιερωμένη στον Άγιο Νικόλαο και συνιστά μονόκλιτο κτίσμα ρυθμού βασιλικής του 16ου αιώνα και συγκεκριμένα του 1500, που ανακαινίστηκε τη δεκαετία του 1990.  Το καμπαναριό κατασκευάστηκε το 1903 και έχει μια καμπάνα που χύθηκε ειδικά για το ναό, όπως αναφέρεται σε εγχάρακτη επιγραφή, ενώ στο ξύλινο τέμπλο υπάρχουν οι αρχαίες εικόνες του Χριστού, της Παναγίας, του Αγίου Νικολάου, του Προφήτη Ηλία, του Προδρόμου και του Ιωάννη του Θεολόγου. Μερικές από τις εικόνες είχαν μεταφερθεί εδώ από ερειπωμένα ξωκλήσια της περιοχής, όπως του Αγίου Μάμα και της Αγίας Αναστασίας. Στο ιερό επίσης σώζεται τοιχογραφία της Παναγίας αλλά φυλάσσονται και λείψανα εφτά αγίων, του Αγίου Φιλίππου, της Αγίας Παρασκευής και άλλων αγίων.

Η Παναγία των Ελικών είναι ένα ημιερειπωμένο πετρόχτιστο εκκλησάκι με ανακατασκευή της οροφής της με κεραμίδια, ενώ σε κορυφή ενός λόφου βορειοδυτικά του χωριού βρίσκεται το ημιυπαίθριο ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία με στεγασμένη αυλή του 1995. Την παραμονή της γιορτής του στις 20 Ιουλίου, γίνεται ανάβαση των πιστών στο ξωκλήσι, με επί κεφαλής τον παπά της κοινότητας και ακολουθεί μεγάλος εσπερινός και λιτανεία.

Αναμφισβήτητα, την προσοχή όσων φτάσουν μέχρι αυτό το ορεινό κομμάτι της Κύπρου, κεντρίζει η εμβληματική Μονή Κύκκου, ίσως το σημαντικότερο μοναστήρι στη μεγαλόνησο που ιδρύθηκε τον 11ο αιώνα και υποδέχεται χιλιάδες επισκέπτες κάθε χρόνο. Λίγο πιο βόρεια συναντάται και το Θρονί της Παναγιάς με τον τάφο του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’ και το τεράστιο άγαλμά του ύψους 10 μέτρων. Η μονή με το Θρονί απέχουν 8 περίπου και 9 χιλιόμετρα αντίστοιχα από την Τσακίστρα.

Σε όσους αρέσει το περπάτημα, το Μονοπάτι της Φύσης  Πάνθεα προσφέρει μια μοναδική διαδρομή μήκους 10,1 χιλιομέτρων, περνώντας μέσα από δάσος τραχείας πεύκης με πλούσια θαμνώδη βλάστηση. Αν ο περιπατητής σταθεί τυχερός, μπορεί και να συναντήσει το μοναδικό αγρινό που περιπλανιέται στο δάσος Πάφου και είναι είδος αιγοπροβάτου που συναντάται μόνο στην Κύπρο.

Το Φράγμα της Τσακίστρας, 4 περίπου χιλιόμετρα δυτικά και στην τοποθεσία «Μαύρες Συκιές»  δημιουργεί εικόνες μοναδικής ομορφιάς, εξυπηρετώντας ταυτόχρονα τις αρδεύσιμες εκτάσεις της κοινότητας.