Στρόβολος
Ο Στρόβολος βρίσκεται περίπου 8 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Λευκωσίας στην ομώνυμη επαρχία της Κύπρου.
Όντας ανεξάρτητος δήμος ήδη από το 1986, ο Στρόβολος, αποτελεί το δεύτερο μεγαλύτερο δήμο της Μεγαλονήσου με συνολική έκταση 25 τετραγωνικών χιλιομέτρων, 7 ενορίες, 4 προσφυγικούς οικισμούς, και πάνω από 60000 μόνιμους κατοίκους. Ο συγκεκριμένος δήμος έχει μάλιστα αδελφοποιηθεί με τους ελληνικούς δήμους της Ρόδου, της Βέροιας, και της Πεύκης, το δήμο Βουκουρεστίου, και το δήμο Τέραμο της Ιταλίας.
Είτε επειδή πήρε την ονομασία του από ένα είδος αρχαίου πεύκου που φύεται στον τόπο, ή δανείστηκε τ’ όνομα ενός ανεμοστρόβιλου που δημιουργείται στην περιοχή, ο Στρόβολος αποτέλεσε τη γενέτειρα μεγάλων προσωπικοτήτων. Ο αρχιεπίσκοπος Κυπριανός, που ίδρυσε το πρώτο σχολείο και υδροδότησε την περιοχή, κι ο αρχιεπίσκοπος Κύριλλος ο Α’, καθώς και μερικά μέλη που συμμετείχαν στη Φιλική εταιρία κατά την ελληνική επανάσταση, γεννήθηκαν εκεί.
Με αναφορές ήδη από το Μεσαίωνα, το λευκωσιάτικο αυτό προάστιο φαίνεται να υπήρξε βασιλικό φέουδο, όπου και λειτούργησε ένα εκτροφείο για κυνηγετικά γεράκια, καθώς επίσης στην περιοχή κατά το παρελθόν, φαίνεται να είχε χτίσει την εξοχική του κατοικία ο βασιλιάς Ερρίκος ο Β΄. Το 1464 πια, παραχωρήθηκε σαν δώρο από τον Ιάκωβο τον Β΄, στον Δημήτριο ντε Κορόν, ενώ Ντιέγκο ντε Βιττόρια αποτέλεσε και τον τελευταίο ιδιοκτήτη του συνοικισμού. Επί Τουρκοκρατίας, ο Στρόβολος ήταν ένας μικρός αγροτικός οικισμός. Την περίοδο εκείνη οικοδομήθηκαν οι εκκλησίες της Παναγίας της Χρυσελεούσας, και του Αγίου Γεωργίου, οι οποίες διασώζονται μέχρι σήμερα, κι είναι επισκέψιμες για το κοινό. Κατά την περίοδο της Αγγλοκρατίας ο πληθυσμός της κοινότητας αυξήθηκε σημαντικά, κι η ευρύτερη περιοχή απέκτησε μια πιο σύγχρονη δομή. Μετά την τούρκικη εισβολή του 1974, εκτός από τους πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στο προάστιο της πρωτεύουσας του νησιού, δημιουργήθηκε και μεγάλη βιομηχανική ζώνη, με αποτέλεσμα ο μικρός συνοικισμός να μετατραπεί σε μια μοντέρνα πόλη.
Οι ανασκαφές στον Στρόβολο έχουν φέρει στο φως μια νεκρόπολη, καθώς επίσης πιστεύεται ότι στην περιοχή υπήρξε αρχαίος συνοικισμός, ο οποίος και διατηρήθηκε μέχρι και τον Μεσαίωνα, όπως αναφέρεται σε διάφορες ιστορικές μελέτες. Σήμερα, η καρδιά της κοινότητας χτυπά στις εξής συνοικίες: την Ακρόπολη, τις Εξήντα Σκάλες και τον Παρισσινό. Συνολικά, ο δήμος έχει δώσει μεγάλη βαρύτητα στον πολιτισμό και την εκπαίδευση των πολιτών. Στην περιοχή υπάρχουν ενδεικτικά, το δημοτικό θέατρο και το πολιτιστικό κέντρο, η δημοτική χορωδία, ο φωτογραφικός όμιλος, ο λαογραφικός όμιλος και η συμφωνική μπάντα, ενώ παράλληλα διοργανώνονται πολλές γιορτές-φεστιβάλ καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Επιπλέον, η περιοχή αποτελεί μια «ανάσα» πράσινου, αφού εκεί, έχουν κατασκευαστεί περίπου 250 χώροι πρασίνου, οι 32 από τους οποίους είναι καλά οργανωμένοι και διαθέτουν από αμφιθέατρα μέχρι και λίμνες, ενώ οι 65 είναι ειδικά διαμορφωμένοι για παιδιά. Τα πάρκα των συνοικιών της Ακρόπολης και του Αγίου Δημητρίου όμως, έχουν ξεχωριστή θέση στην καθημερινότητα των ντόπιων, αφού οι σπηλιές του πρώτου πάρκου, έχουν μετατραπεί σε χώρους πολιτισμικών εκδηλώσεων.
Τα πιο σπουδαία εκκλησιαστικά μνημεία στον Στρόβολο αποτελούν ο ναός του Αγίου Δημητρίου, η εκκλησία των Αποστόλου Βαρνάβα και Αγίου Μακαρίου, ο ναός του Αγίου Βασιλείου, και η ενοριακή εκκλησία του Εθνομάρτυρα Κυπριανού και του Σταυρού. Επιπρόσθετα στην κοινότητα υπάρχει το δημοτικό αθλητικό κέντρο κι η ακαδημία ποδοσφαίρου, ενώ από το 1993, έχει ιδρυθεί το «Πολυδύναμο Δημοτικό Κέντρο Στροβόλου», που συντελεί σπουδαίο κοινωνικό έργο. Παράλληλα για τους επισκέπτες της περιοχής, υπάρχουν αρκετοί δημόσιοι χώροι στάθμευσης και υγιεινής.
Τέλος, ο Στρόβολος συνορεύει και με άλλα προάστια της Λευκωσίας, όπως η Αγλαντζιά , η κοινότητα της Έγκωμης , και της Λακατάμιας.