Κόρνος
Ο Κόρνος είναι χωριό στην επαρχία της Κύπρου και απέχει 28 χιλιόμετρα από τη Λάρνακα, 46 χιλιόμετρα από τη Λευκωσία και 56 χιλιόμετρα από τη Λεμεσό.
Χτισμένος σε μια λοφώδη περιοχή, σε υψόμετρο 320 μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας ο Κόρνος είναι μια περιοχή γνωστή για την αγγειοπλαστική τέχνη της παγκοσμίως. Στον οικισμό υπάρχουν καλλιέργειες εσπεριδοειδών όπως λεμόνια, μανταρίνια και κιτρόμηλα, ελιές, χαρουπιές, σιτηρά, νομευτικά φυτά, λαχανικά, όσπρια και φρουτόδεντρα, αλλά με σημαντικότερο προϊόν του το μέλι. Η μελισσοκομία της περιοχής είναι γνωστή σ’ ολόκληρη την Κύπρο επίσης από παλιά. Τα σπίτια διατηρούν την παραδοσιακή λαϊκή αρχιτεκτονική με τους πλινθόκτιστους τοίχους, τις καμάρες και τα ξύλινα παράθυρα και πόρτες.
Στην περιοχή βρέθηκαν κατάλοιπα που αποδεικνύουν ότι κατοικούνταν από την αρχαιότητα, ενώ οι ανασκαφές έφεραν στο φως έναν τάφο των Κυπροαρχαϊκών – Κυπροκλασσικών χρόνων στα βορειοανατολικά σύνορα του οικισμού.
Το χωριό υπήρχε τουλάχιστον από την περίοδο της φραγκοκρατίας και για την ονομασία του υπάρχουν διάφορες εκδοχές: Μια εκδοχή αναφέρει ότι προήλθε από τη γαλλική λέξη corne ή την ιταλική λέξη corno (το χωριό βρίσκεται έτσι και σημειωμένο σε παλιούς χάρτες) που σημαίνει κέρας, κέρατο, προεξοχή, κάτι που ενισχύεται με το γεγονός ότι στο ίδιο το χωριό υπάρχει και η ονομασία Κόρνοι για δυο μυτερές κορυφές που μοιάζουν με κέρατα. Μια άλλη εκδοχή κάνει λόγο για τα βουνά του χωριού στα οποία φώλιαζαν πολλά κοράκια, δηλαδή κόρωνοι στην κυπριακή διάλεκτο και έτσι έμεινε το Κόρνος. Μια ακόμα εκδοχή υποστηρίζει ότι πήρε το όνομα του από τον πρώτο οικιστή που ονομαζόταν Κόρωνος και ήταν φλύαρος και βραχνόφωνος, όπως το ομώνυμο πουλί.
Γνωστός παγκοσμίως για την αγγειοπλαστική που ήταν κάποτε η κύρια ασχολία των κατοίκων, ο Κόρνος έχει λάβει πολλά διεθνή βραβεία και διακρίσεις. Για την κατασκευή των πήλινων παραδοσιακών αγγείων, το χώμα μεταφέρεται από το Σταυροβούνι και την περιοχή του βουνού Ξυλιά στο αγγειοπλαστείο της Συνεργατικής Εταιρείας Αγγειοπλαστών Κόρνου. Αφού αλεστεί και κονιορτοποιηθεί στα εργαστήρια με ειδικά μηχανήματα, το χώμα ζυμώνεται για να αποτελέσει εύπλαστη ύλη που χρησιμοποιείται για την κατασκευή μιας ποικιλίας κόκκινων αγγείων. Τα κόκκινα αυτά αγγεία χρησιμοποιούνται ως αποθηκευτικά πιθάρια κρασιού, γλάστρες, κούζες, καπνιστήρια, κυβέρτια (είδος που χρησιμοποιείται στην μελισσοκομία), σταμνιά, και άλλα. Τα αγγεία συχνά διακοσμούνται και με εγχάρακτες και ανάγλυφες παραστάσεις. Η παραδοσιακή αγγειοπλαστική άκμασε ιδιαίτερα κατά τον 18ο,19ο, και 20ό αιώνα και τα αγγεία που κατασκευάζονταν, χρησιμοποιούνταν για τις καθημερινές ανάγκες του νοικοκυριού και για την αποθήκευση αγροτικών προϊόντων. Εξαιτίας των γεγονότων της εισβολής, η παραγωγή στα κέντρα Βαρωσίων και Λαπήθου σταμάτησε, ενώ στον Κόρνο και το Φοινί συνεχίζεται η παραγωγή με ελάχιστους εναπομείναντες τεχνίτες.
Στον Κόρνο συγκεκριμένα, η παραγωγή αγγείων από κόκκινο πηλό εξυπηρετούσε στη φύλαξη του νερού, με τα οποίο προμήθευαν τις πόλεις και τα χωριά της Κύπρου.
Εκτός από τα αγγεία που μπορεί να δει και να αγοράσει ο επισκέπτης στον Κόρνο, θα δει επίσης πολλά θρησκευτικού περιεχομένου αξιοθέατα. Η κύρια εκκλησία του χωριού βρίσκεται στον πυρήνα του, είναι πετρόχτιστο κτίσμα γοτθικού ρυθμού του 19ου αιώνα και είναι αφιερωμένη στον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Η εικόνα του Ιωάννη του Προδρόμου χρονολογείται στο 1734 και γιορτάζει στις 29 Αυγούστου. Στα νοτιοδυτικά της εκκλησίας, βρίσκεται και το παλαιοημερολογίτικο παρεκκλήσι του Αγίου Σπυρίδωνα.
Το μικρό παρεκκλήσι του Αγίου Αλεξάνδρου βρίσκεται έξω από το χωριό, προς τα Πυργά και χτίστηκε προς τιμήν των αγνοουμένων του χωριού από την τουρκική εισβολή του 1974. Αφιερώθηκε στον Άγιο Αλέξανδρο, λόγω του αγνοούμενου γιου του παπά της περιοχής. Το παρεκκλήσι του Αγίου Γεωργίου, βρίσκεται κοντά στο παλιό δρόμο Λευκωσίας – Λεμεσού, προς τη Μοσφιλωτή και οικοδομήθηκε με άσπρη πελεκητή πέτρα, ενώ στα βόρεια της κοινότητας στο βουνό «Φτελέσια», το ξωκλήσι Ζωοδόχου Πηγής λειτουργείται κάθε Παρασκευή της Διακαινησίμου (την πρώτη Παρασκευή μετά το Πάσχα). Το ξωκλήσι Αγίου Γεωργίου του Σοπόταμου βρίσκεται αρκετά έξω από το χωριό. Ο Άγιος Ευφημιανός είναι ένα μικρό εκκλησάκι που χτίστηκε από τους πρόσφυγες της Λύσης Αμμοχώστου που ήρθαν στη Λάρνακα μετά την τουρκική εισβολή του 1974 και βρίσκεται στο δρόμο προς το Σταυροβούνι.
Ο εκδρομικός χώρος του χωριού, ανάμεσα σε πεύκα και κυπαρίσσια, ευκαλύπτους, ακακίες, τρεμιθιές, σχίνους και αγριοελιές, είναι ιδανικός χώρος για χαλάρωση και πικ νικ.
Στον Κόρνο, τέλος, υπάρχουν ταβέρνα, εστιατόριο, σουβλατζίδικα, καθώς και ένας πολυχώρος ψυχαγωγίας και αθλητισμού για οικογένειες και όχι μόνο. Σήμερα στην κοινότητα οι 2.000 περίπου κάτοικοι ασχολούνται με τις καλλιέργειες εσπεριδοειδών, λαχανικών, τη μελισσοκομία και την αγγειοπλαστική. Λόγω της κοντινής απόστασης από τα μεγάλα αστικά κέντρα, πολλοί απασχολούνται και στις μεγάλες πόλεις.