Πέρα Ορεινή

H Πέρα Ορεινή εντοπίζεται μεταξύ του Πολιτικού Λευκωσίας και του οικισμού Επισκοπειό, και βρίσκεται 23 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά από τη Λευκωσία στην ομώνυμη επαρχία της Κύπρου, ενώ απέχει περίπου 85 χιλιόμετρα από τη Λεμεσό, 50 χιλιόμετρα από τη Λάρνακα, και 130 χιλιόμετρα από την Πάφο.

Με μέσο υψόμετρο τα 400 μέτρα η Πέρα Ορεινή, ή Πέρα για τους ντόπιους, είναι χτισμένη στη δυτική όχθη του Πεδιαίου ποταμού και μεταξύ δύο θρυλικών για τους κατοίκους πευκόφυτων υψωμάτων («Πάνω και Κάτω Βουνός»), ενώ καταλαμβάνει μια έκταση περίπου 21 τετραγωνικών χιλιομέτρων.

Ο οικισμός οφείλει τ’ όνομά του στον Πεδιαίο ποταμό, ενώ ήδη από την αρχαιότητα όντας ένα από τα προάστια της Ταμασσού, μαζί μ’ άλλα χωριά της περιοχής συναποτελούσε το αρχαίο βασίλειό. Επί Φραγκοκρατίας, η Πέρα Ορεινή εντάχθηκε στο διαμέρισμα της ορεινής περιοχής του νησιού, και κάπως έτσι προέκυψε ο προσδιορισμός «Ορεινής», ο οποίος και χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα προκειμένου να ξεχωρίζει γεωγραφικά από τους οικισμούς με το ίδιο συνθετικό «- Πέρα», όπως Πέρα Χωριό Λευκωσίας.

Γύρω από την Πέρα Ορεινή ανασκάφηκαν ευρήματα που ανάγονται στα Προϊστορικά χρόνια, καθώς επίσης επιβεβαιώνεται ότι στην ευρύτερη περιοχή λατρεύονταν πολλές αρχαίες θεότητες. Η επίσημη όμως ίδρυση της κοινότητας έγινε κατά το Μεσαίωνα, ενώ επί Φραγκοκρατίας (1191-1571) ο οικισμός ήταν φέουδο ευγενών. Το 1974, και με την τουρκική εισβολή στο χωριό, εγκαταστάθηκαν αρκετές οικογένειες προσφύγων, οι οποίοι και εντάχθηκαν σταδιακά στην κοινότητα.

Η Πέρα Ορεινή έχει περίπου 1250 μόνιμους κατοίκους, τους οποίους ευνόησε η δημιουργία του φράγματος Ταμασσού, αφού εμπλούτισε τα χωράφια τους με άφθονο νερό, αλλά ταυτόχρονα, και σε συνδυασμό με το πλούσιο γεωλογικό περιβάλλον της περιοχής (σε πολλά σημεία του βρίσκει κανείς από κοχύλια μέχρι και απολιθώματα θαλάσσιων ειδών), δημιουργήθηκε κι ένας σημαντικός βιότοπος με ψάρια του γλυκού νερού. Εκτός από τα οπωροφόρα δέντρα και τις υπεραιωνόβιες ελιές, ο τόπος αυτός φημίζεται και για τα χρυσόμηλά του, που εξυμνούνται από την μυθολογία. Η Αταλάντη ζούσε στην Αρκαδία της Πελοποννήσου, κι ο μύθος λέει ότι ήταν ανίκητη στο τρέξιμο. Όταν λοιπόν ο πατέρας της της ζήτησε να παντρευτεί, εκείνη επηρεασμένη από τη θεά Άρτεμη δέχτηκε να παντρευτεί εκείνον που θα την νικούσε στο τρέξιμο. Ένας από τους μνηστήρες, ο Ιππομένης, αφού ζήτησε τη βοήθεια της Κύπριδας Θεάς Αφροδίτης, πήρε τρία χρυσόμηλα από τους κήπους της στην αρχαία Ταμασσό και τον όποτε τον πρόφταινε στο τρέξιμο η Αταλάντη, της πετούσε κι από ένα μήλο. Εκείνη, μη μπορώντας ν’ αντισταθεί στην υπέροχη γεύση τους, ξεχάστηκε τρώγοντάς τα, και τελικά την κέρδισε ο Ιππομένης, ο οποίος και την παντρεύτηκε.

Όποιος επισκεφτεί την Πέρα Ορεινή μπορεί με ευκολία να περιηγηθεί στον οικισμό με τα πολλά αναπαλαιωμένα πετρόχτιστα αρχοντικά και λουλουδάτα μπαλκόνια τους. Με αφετηρία την κεντρική πλατεία του χωριού με τα καφενεία, όπου υπάρχει και μεγάλος χώρος για πάρκινγκ, ο επισκέπτης θα παρατηρήσει πρώτα την επιβλητική κεντρική εκκλησία της Παναγίας της Οδηγήτριας, κτίσμα του 1700. Ο συγκεκριμένος ναός  πιθανολογείται ότι οικοδομήθηκε πάνω στα ερείπια παλαιότερου ναού του Ασκληπιού, όπως αποδεικνύεται από τον αρχαίο κίονα στον προαύλιο χώρο. Εκεί μπορεί να θαυμάσει επίσης  και το επιχρυσωμένο εικονοστάσι – κόσμημα του ναού. Επόμενη στάση ο ναός του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, με το ομώνυμο Μουσείο, όπου υπάρχουν εικόνες του 16ου και 17ου αιώνα. Άλλες εκκλησίες που μπορεί κάποιος να δει στο χωριό είναι το αναπαλαιωμένο ξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου, καθώς επίσης και πολλά ακόμη εκκλησιαστικά μνημεία αφού στην ευρύτερη περιοχή έζησαν πάρα πολλοί Όσιοι.

Επιπλέον, κατά μήκος της κοίτη του Πεδιαίου ποταμού, πρόσφατα έχει χαραχτεί ένα νέο μονοπάτι της φύσης. Τέλος, ο επισκέπτης έχει αρκετές  επιλογές για φαγητό, ενώ παράλληλα μπορεί να διανυκτερεύσει στην περιοχή, αφού εκεί υπάρχει ένας ξενώνας, καθώς κι ένα αγροτουριστικό κατάλυμα.