Μουτουλλάς
O Mουτουλλάς είναι χωριό της επαρχίας Λευκωσίας που απέχει περίπου 80 χιλιόμετρα από την ομώνυμη πρωτεύουσα της Κύπρου, 60 χιλιόμετρα από τη Λεμεσό, 120 χιλιόμετρα από τη Λάρνακα, και 85 χιλιόμετρα από την Πάφο.
Χτισμένος σε 800 μέτρα υψόμετρο, στην καρδιά της Μαραθάσας, ο Μουτουλλάς συνορεύει στα βόρεια με τον Καλοπαναγιώτη και στα νότια με τον Πεδουλά, ενώ ανατολικά του εκτείνεται το δάσος Τροόδους. Ο οικισμός διασχίζεται από δύο παραποτάμους του Σέτραχου ποταμού, δημιουργώντας μία εύφορη κοιλάδα γύρω από την οποία τα σπίτια του χωριού είναι οικοδομημένα αμφιθεατρικά και αγκαλιάζονται από ψηλά βουνά.
Ο Μουτουλλάς μπορεί να υπερηφανεύεται για το πλούσιο παρελθόν και τη βυζαντινή του παράδοση, αλλά ακόμη και οι ντόπιοι της περιοχής αγνοούν την προέλευση του ονόματός του. Η πρώτη πάντως αναφορά της συγκεκριμένης ονομασίας εμφανίζεται στη κτητορική επιγραφή της εκκλησίας της Παναγίας του Μουτουλλά, η οποία κι ανήκε στην οικογένεια του Ιωάννη Γερακιώτη ή Μουτουλλά. Αναλύοντας τα δύο επίθετα του κτήτορα, οι μελετητές υποστηρίζουν ότι πιθανώς να ασχολούνταν με γεράκια (άλλωστε επί Φραγκοκρατίας η συγκεκριμένη ασχολία ήταν συνήθης) και μπορεί να είχε και γαμψή μύτη (όπως μεταφράζεται το λατινικό mutulus).
Ιστορικά ο Μουτουλλάς έγινε ευρέως γνωστός από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα εξαιτίας του θειούχου νερού, αλλά και των πηγών του που αναβλύζουν κρυστάλλινο πόσιμο νερό, εφάμιλλο αυτού του Evian, του Vichi και άλλων όμοιων πηγών της Ευρώπης. Μάλιστα για τα νερά αυτά έγιναν πολλές δίκες ανάμεσα στους κατοίκους γειτονικών χωριών. Η σπουδαιότητα των πηγών του χωριού διαδόθηκε όταν ένας χημικός από την Αίγυπτο, θεραπεύθηκε από προβλήματα που είχε με τα νεφρά και το στομάχι του πίνοντας το νερό του χωριού, και έπειτα έστειλε δείγματα για λεπτομερέστερη ανάλυση στο Παρίσι. Το γεγονός είχε σαν αποτέλεσμα να αυξηθεί η παραθεριστική κίνηση του χωριού, ενώ αρκετοί επισκέπτες του χωριού το έπαιρναν μαζί τους γεμίζοντας μικρά και μεγάλα παγούρια. Αφετέρου, κι από το 1961, ξεκίνησε η εμφιάλωσή του σε γυάλινα μπουκάλια, ιστορικά η πρώτη εμφιάλωσή νερού στην Κύπρο. Μέχρι και σήμερα, στις όχθες του ποταμού Σέτραχου και σε απόσταση μερικών εκατοντάδων μέτρων από τα τελευταία σπίτια του χωριού, συναντώνται τέσσερεις πηγές θειούχων νερών, γνωστές και με την ονομασία «Λουτρά της Ρήγαινας». Εκεί, σύμφωνα με τη μυθολογία, επί Φραγκοκρατίας έκανε το μπάνιο της η αρχαία αρχόντισσα Ρήγαινα. Στην ίδια τοποθεσία, μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1960, οι γυναίκες της περιοχής πήγαιναν για να πλύνουν τα ρούχα τους «στο Χλιο», όπως και συνήθιζαν να λένε οι ίδιες (δηλαδή με το χλιαρό και θειούχο νερό), όπου και κυκλοφορούσαν τα νέα του χωριού.
Ο Μουτουλλάς διαθέτει πολλές εκκλησίες με πιο σημαντική τη μικρή πετρόχτιστη εκκλησία της Παναγίας του Μουτουλλά που θεωρείται η πιο αρχαία της Κύπρου (του 1280) και έχει περιληφθεί στον κατάλογο με τα μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Unesco. Ο κύριος ναός του χωριού είναι αφιερωμένος στην Αγία Παρασκευή και χτίστηκε πάνω από παλιότερο ναό, καθώς επίσης στην περιοχή υπάγονται κι η εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, η ξυλόστεγη εκκλησία του Αγίου Μάμα, και το μικρό εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία με την πανοραμική θέα στον οικισμό.
Η κάτω βρύση, απ’ όπου πηγάζει το περίφημο πόσιμο νερό του Μουτουλλά, αποτελεί ίσως το πιο ξακουστό αξιοθέατο της περιοχής. Το χωριό κατά το παρελθόν επισκέφτηκε ο Κύπριος ποιητής Κώστας Μόντης (εξού και το μνημείο του στον οικισμό) όπου και εμπνεύστηκε ένα ερωτικό ποίημα με την αφορμή του οποίου τελικά χτίστηκε και το «γεφύρι των ερωτευμένων» για τους επισκέπτες της περιοχής που θέλουν να δώσουν υποσχέσεις αιώνιας αγάπης.
Επιπλέον, στον Μουτουλλά μπορεί κανείς να περπατήσει κατά μήκος του μονοπατιού της φύσης «τα λουτρά της Ρήγαινας και το Χλιο», με ένα μοναδικό φυσικό περιβάλλον, με τους βράχους να κρέμονται σχεδόν πάνω από το χωμάτινο δρόμο, τις λατζιές ν’ απλώνουν τα φύλλα τους για σκιά στους περαστικούς, και έναν καταρράκτη να εντυπωσιάζουν και τον πιο απαιτητικό περιηγητή.
Σήμερα ο Μουτουλλάς μετρά τους 100 περίπου μόνιμους κάτοικους, οι περισσότεροι από τους οποίους καλλιεργούν οπωροφόρα δέντρα. αλλά κατά τους καλοκαιρινούς μήνες και την περίοδο των γιορτών μαζεύεται πολύς κόσμος κι η κοινότητα ξαναζωντανεύει. Εκεί ο τουρίστας μπορεί ν’ απολαύσει αυθεντικά Μαραθεύτικα πιάτα, να επισκεφτεί το ιστορικό καφενείο της κοινότητας, αλλά και να διαμείνει σ’ ένα από τα δωμάτια ή τις κατοικίες που προσφέρονται προς ενοικίαση.