Αρεδιού

Η Αρεδιού είναι χωριό στην επαρχία Λευκωσίας της Κύπρου και απέχει 26 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Λευκωσίας, 59 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Λεμεσού, 56 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Λάρνακας και 126 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Πάφου.

Χτισμένη σε υψόμετρο 360 μέτρων στο κεντρικό τμήμα του νησιού, η Αρεδιού των 1.200 περίπου κατοίκων χαρακτηρίζεται από ένα φυσικό τοπίο με το γεωλογικό πέτρωμα της μάργας, ακαλλιέργητες εκτάσεις και καλλιεργημένες εκτάσεις με ελιές, σιτηρά, λαχανικά και φρουτόδεντρα, ενώ δε λείπουν και οι ευκάλυπτοι που συναντώνται κυρίως στις κοίτες των ρυακιών. Σήμερα συνιστά μια αναπτυσσόμενη συνεχώς περιοχή, καθώς έχει χαμηλή αγοραστική αξία των οικοπέδων, αρκετές κτηνοτροφικές μονάδες, βιοτεχνίες, μαγαζιά και επίσης εκεί βρίσκεται ο τερματικός σταθμός των λεωφορείων που συνδέει τα χωριά της επαρχίας με τα προάστια της πρωτεύουσας. Τα διάφορα έργα εξωραϊσμού, η κοντινή απόσταση από τη Λευκωσία, το γεγονός ότι αποτελεί συγκοινωνιακό κόμβο της κυπριακής ενδοχώρας με τα αστικά κέντρα, καθιστούν την Αρεδιού έναν επισκέψιμο προορισμό καθόλη τη διάρκεια του χρόνου. Ο οικισμός αποτελείται από κάποια παλιά σπίτια παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και αρκετές σύγχρονες κατοικίες, αλλά έχει και αρκετά αξιοθέατα για τον επισκέπτη του.

Ως περιοχή, η Αρεδιού κατοικούνταν από τους αρχαίους χρόνους, κάτι που αποδεικνύεται  από τον προϊστορικό οικισμό και τους τάφοι της μυκηναϊκής, ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής που βρέθηκαν στην περιοχή. Αργότερα, επί φραγκοκρατίας και ενετοκρατίας, το χωριό υπήρξε φέουδο του Τζιοάν Ντ’ Αρράς και του Σανσόν Ντε Νορές και ιδρύθηκε από κατοίκους των γύρω οικισμών που νοίκιαζαν γεωργική γη, φτιάχνοντας τα πρώτα σπίτια. Η κοινότητα κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας ήταν μεικτή, ζούσαν δηλαδή Τουρκοκύπριοι και Ελληνοκύπριοι κάτοικοι, αλλά οι πρώτοι την εγκατέλειψαν με τις διακοινοτικές συγκρούσεις που ξέσπασαν στην Κύπρο τη δεκαετία του 1960. Μετά την τουρκική εισβολή του 1974, δημιουργήθηκαν τρεις προσφυγικοί συνοικισμοί που υποδέχθηκαν Ελληνοκύπριους πρόσφυγες από τις κατεχόμενες περιοχές του βορρά, εκ των οποίων οι δυο βρίσκονται βορειοδυτικά της κοινότητας και ο άλλος στα βορειοανατολικά της, αυξάνοντας τον πληθυσμό της περιοχής.

Η ονομασία του χωριού συνδέεται με το όνομα Τζιοάν Αρράς Ντιου ο οποίος, όπως αναφέρθηκε, ήταν ο γαιοκτήμονας  της περιοχής και μεσάζοντας για τους ευγενείς και τους αγρότες. Το όνομα στην τουρκική γλώσσα προφέρεται ως Αραδιού, καταλήγοντας στο Αρεδιού. Μια άλλη εκδοχή κάνει λόγο για το βυζαντινό όνομα Αρέτιος που στη γενική πτώση γίνεται Αρετιού, ενώ μια τρίτη εκδοχή αναφέρεται την Αρετή, βασιλοπούλα από την Ταμασσό που έκανε βόλτες με το άλογό της στο χωριό.

Σήμερα, ο οικισμός έχει για τα παιδιά των κατοίκων του νηπιαγωγείο, δημοτικό σχολείο και γυμνάσιο, ένα όμορφο κοινοτικό πάρκο με παιχνιδότοπο, ενώ το μνημείο ηρώων του χωριού είναι αφιερωμένο στους 3 αγωνιστές Σάββα Ιακώβου, Ιωάννη Νίκου Θεοδώρου και Σάββα Θεοδώρου, αγνοούμενους από τις διακοινοτικές ταραχές του 1963 και την τουρκική εισβολή του 1974. Αξιοθέατα για τον επισκέπτη της κοινότητας αποτελούν το Μουσείο λαϊκής παράδοσης Αρεδιού, αλλά και το Παλαιοχριστιανικό βαπτιστήριο που βρίσκεται στο προαύλιο της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου και ανάγεται στα τέλη του 5ου αιώνα μ.Χ. Το βαπτιστήριο, είναι μια κολυμπήθρα με ύψος 85 εκατοστών και διάμετρο 1,5 περίπου μέτρα, από τοπικό ασβεστόλιθο που το εσωτερικό της είναι σκαλισμένο σε σχήμα σταυρού. Σύμφωνα με την παράδοση, παλιότερα βρισκόταν στο «Λόφο του Σταυρού, όπου υπήρχε και αρχαίος ναός.

Η κύρια εκκλησία στην Αρεδιού είναι αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο και βρίσκεται στο κέντρο της. Ο μονόχωρος ναός με σταυροθόλια του 20ου αιώνα, χτίστηκε το 1915 στη θέση μικρότερης εκκλησίας, από την οποία απέμεινε το τέμπλο που βρίσκεται στο ναό των ερημωμένων Αγίων Ηλιόφωτων.

Η μονόκλιτη εκκλησία της Παναγίας Οδηγήτριας βρίσκεται στα ανατολικά του χωριού και οικοδομήθηκε το 13ο αιώνα στα ερείπια ειδωλολατρικού ναού. Στο εσωτερικό του κοσμείται με τοιχογραφίες του 13ου-15ου αιώνα, αλλά και ένα τέμπλο του 17ου αιώνα. Σύμφωνα με την παράδοση, στο σημείο που βρίσκεται ο ναός, κάθισε η Παναγία όταν πέρασε από την περιοχή, ενώ μια άλλη παράδοση υποστηρίζει ότι η Αρετού, κόρη του βασιλιά της Ταμασσού προσέφερε θυσίες στο βωμό που υπήρχε. Ο μύθος επίσης αναφέρει ότι κάτω από το ναό υπάρχει μια χρυσή άμαξα που όταν ξεθαφτεί και πουληθεί, θα μπορέσει να θρέψει όλη την Κύπρο για 9 χρόνια, με τον πρώτο που θα τη δει, θα χάσει το φως του.