Πραστειό Αυδήμου
Το Πραστειό Αυδήμου είναι χωριό της επαρχίας Λεμεσού στην Κύπρο και απέχει 35 χιλιόμετρα ανατολικά από τη Λεμεσό, 101 χιλιόμετρα δυτικά από τη Λάρνακα, 111 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά από τη Λευκωσία και 44 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά από την Πάφο.
Χτισμένο σε υψόμετρο 400 μέτρων σε ένα μοναδικό φυσικό τοπίο, το Πραστειό Αυδήμου των 250 περίπου κατοίκων είναι μια περιοχή με στενά δρομάκια, πετρόχτιστα σπίτια με κεραμιδένιες στέγες, ξύλινες πόρτες και ολανθισμένες αυλές με κληματαριές. Εδώ καλλιεργούνται νομευτικά φυτά, σιτηρά, αμπέλια, ελιές και χαρουπιές, αλλά αυτό που μεγαλώνει τη φήμη του χωριού είναι οι συνταγές της παράδοσης με κύριο συστατικό το αιγοπρόβειο γάλα. Από τα πιο φημισμένα χωριά για την ποιότητα των γαλακτοκομικών του προϊόντων, με σήμα κατατεθέν την τυροκομία, οι κάτοικοι έχουν δημιουργήσει μικρά τοπικά εργαστήρια στα οποία κατασκευάζονται γιαούρτι, τραχανάς και χαλούμι και αναρή. Για αυτό άλλωστε και διοργανώνεται στο Πραστειό Αυδήμου μια από τις πολλές γιορτές-φεστιβάλ της Κύπρου, το φεστιβάλ Αιγοπρόβειου Παραδοσιακού Χαλουμιού.
Το χωριό υφίσταται με την ίδια ονομασία από τα βυζαντινά χρόνια. Αναφορά στην κοινότητα γίνεται και από το Λεόντιο Μαχαιρά που αναφέρει ότι εδώ έφθασαν οι Μαμελούκοι το 1426, αν και θεωρείται πιθανό να εννοούσε άλλη παραθαλάσσια τοποθεσία, νότια της Αυδήμου, όπου αποβιβάστηκαν οι εισβολείς. Ως εκ τούτου, η Αυδήμου θα είχε περισσότερα από ένα πραστειά την τότε εποχή.
Εξάλλου, η ονομασία του χωριού παραπέμπει στα βυζαντινά χρόνια, αν και υπάρχουν δυο επικρατέστερες εκδοχές. Κάποιοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η ονομασία Πραστειό προέρχεται από την γαλλική μεσαιωνική λέξη Prasti που σημαίνει χωράφι, κάτι που καταδεικνύει ότι ήταν τοπωνύμιο αγροκτημάτων που ανήκαν σε κάποια φέουδα, αν και μια δεύτερη εκδοχή αναφέρει ότι η λέξη είναι ελληνική και μάλιστα των βυζαντινών χρόνων και προέρχεται από την λέξη προάστειον (προ του άστυ, οικισμός κοντά στην πόλη). Λόγω της γειτνίασης του με το χωριό Αυδήμου είναι γνωστό ως Πραστειό Αυδήμου.
Επί τουρκοκρατίας το χωριό υπαγόταν διοικητικά στο κατηλλίκι της Αυδήμου, ενώ στην ίδια υπαγόταν το χωριό και κατά τη Φραγκοκρατία. Στην πιο σύγχρονη ιστορία του οικισμού, το χωριό ήταν μικτό με Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους κατοίκους. Μετά την τουρκική εισβολή του 1974, οι Τουρκοκύπριοι εγκατέλειψαν την περιοχή για τις κατεχόμενες από τους Τούρκους περιοχές της βόρειας Κύπρου.
Στα αξιοθέατα του χωριού για τον επισκέπτη συγκαταλέγονται το πάρκο του Αρχάγγελου Μιχαήλ με τα ξύλινα παγκάκια, το πάρκο της Γερόβρυσης με τα πέτρινα καθίσματα και τα οθωμανικά λουτρά. Η πετρόχτιστη εκκλησία του Άγιου Ιωάννη του Θεολόγου με το ξύλινο σκαλιστό τέμπλο, αποτελεί κτίσμα γοτθικού ρυθμού του 19ου αιώνα και βρίσκεται στην καρδιά του χωριού.
Το παρεκκλήσι της Παναγιάς της Διακινούσας στο Πραστειό Αυδήμου οφείλει την ονομασία του σε ένα θρύλο, σύμφωνα με τον οποίο, οι κάτοικοι έβλεπαν την Παναγία έξω από την εκκλησία να διακινείται, δηλαδή να περιφέρεται. Η τρίκλιτη εκκλησία είναι κτίσμα του 18ου αιώνα που χτίστηκε στα ερείπια παλιότερης εκκλησίας του 14ου αιώνα. Τμήματα της μεσαιωνικής εκκλησίας, όπως τα δύο μικρά παρεκκλήσια, είναι ενσωματωμένα στον νεώτερο ναό, ενώ στο ένα παρεκκλήσι υπάρχει αρκετά κατεστραμμένη τοιχογραφία της ένθρονης Παναγίας με το Χριστό.
Σύμφωνα με μια άλλη παράδοση, την εποχή που η πανώλη σκότωνε τους κατοίκους του χωριού, η Παναγία προστάτευσε την περιοχή, αφού πάτησε δυνατά σε μια μεγάλη πέτρα και βγήκε το αποτύπωμα του ποδιού της. Αυτό ονομάστηκε Παθκιά της Παναγίας και η ονομασία μένει μέχρι σήμερα.