Ασγάτα

Η Ασγάτα είναι το ανατολικότερο χωριό της επαρχίας Λεμεσού και απέχει 27 χιλιόμετρα ανατολικά από τη Λεμεσό, 51 χιλιόμετρα νότια από τη Λάρνακα, 67 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά από τη Λευκωσία και 92 χιλιόμετρα ανατολικά από την Πάφο.

Χτισμένη στο μέσο μιας καταπράσινης κοιλάδας σε υψόμετρο 190 μέτρων, η Ασγάτα που συνορεύει με την επαρχία Λάρνακας, ήταν γνωστή κατά το παρελθόν για τα μεταλλεία της που έδωσαν οικονομική πνοή στην περιοχή, δίνοντας δουλειά στους κατοίκους και αναπτύσσοντας το οδικό δίκτυο. Εκτός όμως από τα ιζηματογενή πετρώματα ( κρητίδες, μάργες και μαργαϊκές κρητίδες) που συναντώνται σε πολλά σημεία, υπάρχουν και ασβεστούχα εδάφη στον οικισμό, όπου και καλλιεργούνται σιτηρά, όσπρια, κηπευτικά, χαρουπιές, ελιές, αμυγδαλιές, φρουτόδεντρα, εσπεριδοειδή και λαχανικά. Ο οικισμός αποτελείται από πετρόκτιστα σπίτια με πλακόστρωτες αυλές γεμάτες λουλούδια, στενούς δρόμους, αλλά έξω από τον πυρήνα της κοινότητας υπάρχουν πιο σύγχρονα οικοδομήματα.

Για την ονομασία του χωριού υπάρχουν δύο εκδοχές. Η πρώτη αναφέρει ότι προέρχεται από τη λατινογενή, μεσαιωνική κατάληξη «-ατα» που υποδηλώνει ιδιοκτησία κάποιου. Ως πληθυντική κατάληξη «-ατα» προέκυψε μετά  και σημαίνει τα «κτήματα του Ασκά». Η δεύτερη εκδοχή κάνει λόγο για δύο δωρικές λέξεις, το «Ας»(μέχρι) και το «Γάτα» (γεωργός) που υποδεικνύει ότι η περιοχή κατοικούνταν από τα αρχαία χρόνια από γεωργούς. Λόγω της μεγάλης παραγωγής γεωργικών προϊόντων, στο χωριό κατέφθαναν πολλοί έμποροι τους οποίους αν ρωτούσαν πού πήγαιναν, εκείνοι απαντούσαν «Ας γάτας» που σήμαινε «στους γεωργούς».

Τα μεταλλεία της Ασγάτας, γνωστά και ως μεταλλεία Καλαβασού, λειτούργησαν κατά διαστήματα από την αρχαιότητα μέχρι και το 1976. Οι αρχαιολογικές σκαπάνες έφεραν στο φως διάφορα ευρήματα, όπως πολλές αρχαίες γαλαρίες και κεκλιμένα. Την περίοδο ακμής των μεταλλείων διαδέχτηκε μια μεγάλη περίοδος αιώνων παρακμής, μέχρι  το 1928, χρονιά που αποφασίστηκε η επαναλειτουργία τους, δίνοντας στην Ασγάτα ευκαιρία για ανάπτυξη σε πολλούς τομείς. Κατάλοιπα από την εποχή συνιστούν και τα βαγόνια τρένου πάνω στις ράγες τους, που χρησιμοποιούνταν για τη μεταφορά μεταλλεύματος και είναι ορατά μέχρι και σήμερα σε μια υπαίθρια έκθεση. Εκεί βρίσκεται και ένα πηγάδι με μια πετρόχτιστη βρύση.

Περιδιαβαίνοντας την Ασγάτα, ο επισκέπτης θα δει την πανέμορφη πλατεία του χωριού στο κέντρο της, με την αξιόλογη κοινοτική βιβλιοθήκη Κώστα Πύρρου (που ήταν ευεργέτης της κοινότητας) και το κοινοτικό πάρκο. Εκεί επίσης βρίσκονται όλες οι υπηρεσίες (Συνεργατική Τράπεζα, Συνεργατικό Παντοπωλείο, τα γραφεία του Κοινοτικού Συμβουλίου) και τρία  καφεστιατόρια. Το παλιό δημοτικό σχολείο πάνω σε λοφίσκο του χωριού είναι κτίσμα του 1930.

Τα θρησκευτικά αξιοθέατα που μπορεί να δει ο επισκέπτης είναι η εκκλησία των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, η εκκλησία των 12 Αποστόλων και το παρεκκλήσι της Αγίας Μαρίνας.

Η εκκλησία των 12 Αποστόλων είναι μια μικρή μονόκλιτη βασιλική, χωρίς καμπαναριό και αποτελεί την πρώτη εκκλησία της Ασγάτας, γνωστή σαν «Παλιά Εκκλησιά», ενώ σήμερα φιλοξενεί το κοιμητήριο του χωριού.

Ο ναός των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, μια μονόκλιτη πετρόχτιστη εκκλησία με το πανύψηλο καμπαναριό με τρεις καμάρες, είναι η μεγάλη κύρια εκκλησία στο κέντρο του χωριού στην πλατεία, δίπλα στη βιβλιοθήκη και οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 1830-1870. Στο εσωτερικό του ναού, ο επισκοπικός θρόνος και το προσκυνητάρι κατασκευάστηκαν το 1888, ενώ το ξυλόγλυπτο τέμπλο είναι του 1910. Στο προαύλιο της εκκλησίας βρίσκεται μνημείο αφιερωμένο στο Γεώργιο Χρ. Κατσαρή, που σκοτώθηκε κατά την περίοδο των διακοινοτικών ταραχών του 1963-64.

Το πετρόχτιστο παρεκκλήσι της Αγίας Μαρίνας, μια μικρή μονόκλιτη βασιλική χωρίς καμπαναριό, συναντάται στα ανατολικά του χωριού, δίπλα στο ρυάκι της Αρκοσυκιάς και χτίστηκε τη δεκαετία του 1990 με δωρεά οικογένειας από την περιοχή. Στο σημείο που ανεγέρθηκε το εκκλησάκι, παλιότερα υπήρχε άλλο κτίσμα και το εικόνισμα της αγίας.